Ύπνος και COVID-19 - Τι είναι η coronasomnia - Gevorest
22720
post-template-default,single,single-post,postid-22720,single-format-standard,ajax_fade,page_not_loaded,,qode-theme-ver-9.3,wpb-js-composer js-comp-ver-4.12,vc_responsive

Ύπνος και COVID-19 – Τι είναι η coronasomnia

Ύπνος και COVID-19 – Τι είναι η coronasomnia

Παρά το γεγονός πως σχεδόν 4 χρόνια πέρασαν ήδη από την πανδημία του COVID-19, οι μελέτες για τις συνέπειές του ακόμα συνεχίζονται. Κάποιες από τις μελέτες αυτές επικεντρώνονται στη σχέση του COVID-19 με τον ύπνο και πιο συγκεκριμένα πώς ο COVID-19 μπορεί να επηρεάσει τον ύπνο όσων έχουν νοσήσει από αυτόν, αλλά και πώς η ποιότητα του ύπνου μας μπορεί να επηρεάσει τις πιθανότητες να νοσήσουμε.

Παρ’ όλο λοιπόν που οι διαταραχές ύπνου δεν συμπεριλαμβάνονται επίσημα στα συμπτώματα της νόσου COVID-19, αναλύοντας τα δεδομένα από διάφορες χώρες έχει παρατηρηθεί πως περίπου το 52% των ανθρώπων που προσβάλλονται από COVID-19 παρουσιάζει κάποια διαταραχή στον ύπνο του. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε διαφορετικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα στον έντονο βήχα κατά τη διάρκεια της νύχτας ή στη λήψη φαρμακευτικής αγωγής που μπορεί να επηρεάζει τον ύπνο. Ταυτόχρονα, η μη επαρκής λήψη ύπνου, μπορεί να καθυστερήσει την ανάρρωση του οργανισμού.

Ο όρος coronasomnia αναφέρεται σε αυτήν ακριβώς τη σχέση, και προκύπτει από τον συνδυασμό των λέξεων coronavirus (κορονοϊός) και insomnia (αϋπνία). Δεν είναι ένας ιατρικός ή επιστημονικός όρος, αλλά περισσότερο ένας όρος που χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη. Το πρόβλημα που περιγράφει, όμως, είναι καθ’ όλα υπαρκτό. Χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει τα προβλήματα που προέκυψαν στον ύπνο ατόμων που επηρεάστηκαν από τον COVID-19 είτε προσβλήθηκαν από αυτόν είτε όχι, κυρίως κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τέτοια προβλήματα μπορεί να προκλήθηκαν λόγω της απομόνωσης, του στρες, την αλλαγή στη ρουτίνα, την κούραση της πανδημίας, κ.ά.

Μελετάται, όμως, και η σχέση του κακού ύπνου με το χρόνιο σύνδρομο COVID-19 (long COVID). Τα άτομα που έχουν νοσήσει σοβαρά έχουν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν συμπτώματα μακράς διαρκείας, όμως ακόμα και άτομα που νόσησαν πιο ήπια μπορεί να επηρεαστούν από τον long COVID. Προβλήματα με τον ύπνο έχουν παρουσιάσει επίσης άτομα που νοσηλεύτηκαν λόγω του COVID-19 αλλά και άτομα που δεν χρειάστηκαν νοσηλεία. Σε μία από τις μελέτες, μάλιστα, οι δυσκολίες στον ύπνο ήταν πιο συχνές σε άτομα που δεν είχαν νοσηλευτεί.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους ο COVID-19 μπορεί να επηρεάσει τον ύπνο μας. Μερικοί από αυτούς είναι:

  • Χρόνια αϋπνία: Πολλές φορές η αϋπνία αποτελεί μία διαταραχή στον ύπνο η οποία υποχωρεί μετά από μερικές μέρες ή εβδομάδες. Αν όμως δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, υπάρχει η πιθανότητα να εξελιχθεί σε χρόνιο πρόβλημα, πράγμα που μπορεί να συμβεί σε όσα άτομα έχουν νοσήσει από COVID-19 και ο ύπνος τους επηρεάστηκε.
  • Προβλήματα ψυχικής υγείας: Τα προβλήματα που μπορεί να προκληθούν στον ύπνο μετά τη νόσο COVID-19, ενδέχεται να προκαλέσουν στο άτομο αλλαγές στη διάθεση και την ψυχική υγεία, οδηγώντας σε περαιτέρω διαταραχές ύπνου.
  • Αλλαγές στην αρχιτεκτονική του ύπνου: Άτομα που νοσούν από COVID-19 ενδέχεται να περνούν λιγότερο χρόνο στο στάδιο του βαθύ ύπνου με αποτέλεσμα το σώμα να μην αισθάνεται αναζωογονημένο και ξεκούραστο.
  • Διαταραχές στον κιρκάδιο ρυθμό: Ο κιρκάδιος ρυθμός αναφέρεται στον 24ωρο κύκλο που ρυθμίζει τις σωματικές λειτουργίες του οργανισμού, κοινώς το βιολογικό μας ρολόι. Σύμφωνα με κάποιες έρευνες, άτομα που υποφέρουν από χρόνιο σύνδρομο COVID δυσκολεύονται να αποκοιμηθούν όταν αισθάνονται πως το χρειάζονται, φαινόμενο το οποίο παρατηρείται όταν έχουν αποδιοργανωθεί οι κιρκάδιοι ρυθμοί του οργανισμού.
  • Άλλα συμπτώματα: Ο πόνος και οι διακοπές στην αναπνοή όταν κανείς νοσεί από COVID μπορεί να επηρεάσουν την ποιότητα του ύπνου. Στο χρόνιο σύνδρομο COVID όπου τα συμπτώματα επιμένουν ο ύπνος μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά.

Σύμφωνα με μελέτη που διεξάχθηκε στο Βιετνάμ και δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Public Health τον Φεβρουάριο του 2024, το 76% των ασθενών που ανάρρωσαν από COVID υποφέρουν από αϋπνία. Αρκετοί από τους συμμετέχοντες ανέφεραν μειωμένη ποιότητα ύπνου, ύπνο μικρότερο σε διάρκεια, και δυσκολία στο να αποκοιμηθούν, σε σχέση με το διάστημα πριν νοσήσουν.

Τα αποτελέσματα αυτά δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη έκπληξη, βέβαια, καθώς όπως έχουμε αναφέρει ξανά, η ψυχική κατάστασή μας επηρεάζει την ποιότητα του ύπνου μας, αλλά και το αντίστροφο: ο ύπνος επηρεάζει σημαντικά την ψυχική μας υγεία. Φυσικά, ακόμα και αν ταλαιπωρούμαστε από διαταραχές ύπνου, υπάρχουν αρκετά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να τις αντιμετωπίσουμε.

Μερικά από αυτά έχουν αναφερθεί σε προηγούμενά μας άρθρα, και περιλαμβάνουν ορισμένες δοκιμασμένες τακτικές όπως είναι η σταθερή ρουτίνα ύπνου, η περιορισμένη κατανάλωση αλκοόλ και καφεΐνης, το κατάλληλο περιβάλλον ύπνου, τακτικές χαλάρωσης, και άλλα. Το σημαντικό είναι πάντα να εντοπίσουμε το πρόβλημα, ώστε με τις κατάλληλες συμβουλές και το σωστό πρόγραμμα, να βελτιώσουμε τον ύπνο μας ώστε να βελτιώσουμε και την ποιότητα της ζωής μας!